Στην πρώτη σοβαρή αλλαγή στη μετά Μουμπάρακ εποχή, εισήλθε η Αίγυπτος μετά από τη διεξαγωγή των πρώτων «ελεύθερων εκλογών». Τα αποτελέσματα των εκλογών δεν αποτέλεσαν φυσικά κάποια έκπληξη, καθώς η διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού και των προτιμήσεων των Αιγυπτίων, ήταν σαφής ακόμα και πριν από τις εξεγέρσεις εναντίον του Μουμπάρακ. Από τον πρώτο γύρο των εκλογών στις περισσότερες Αιγυπτιακές επαρχίες φαίνεται πως υπερέχει η πολιτική πτέρυγα του ισλαμιστικού κινήματος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, το «Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ελευθερίας», είναι το ισχυρότερο συγκεντρώνοντας το 36,6% των ψήφων. Ακολουθεί το Νουρ, το κόμμα των υπερσυντηρητικών σαλαφιστών, με 24,5%.
Τρίτο αναδείχθηκε το Αιγυπτιακό Μπλοκ, ένας συνασπισμός μικρότερων κεντροαριστερών φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων που είχαν επικεφαλείς τους δυτικόφιλους ταγούς με 13,4%, ενώ τέταρτο σε εκλογική ισχύ ήρθε το κεντρώο φιλελεύθερο Wafd («Αντιπροσωπεία»).
Αξίζει να αναφερθεί, πως την πέμπτη θέση με 4,3% έλαβε το κόμμα Wasat («Κέντρο»), που είναι και το πρώτο κόμμα στο οποίο δόθηκε άδεια να συμμετέχει στις εκλογές που διεξήχθησαν και θεωρεί σαν πρότυπό του το κόμμα του Ερντογάν στην Τουρκία.
Σημειώνεται, πως σε πολλές περιοχές θα διεξαχθεί δεύτερος και τρίτος γύρος εκλογών, επομένως τα ποσοστά δεν είναι ακριβή. Επίσης, παρά των ποσοστών που προέκυψαν, το νέο κοινοβούλιο θα εκλέξει ένα συμβούλιο 100 ατόμων για τη σύνταξη του καταστατικού χάρτη που θα συμμετέχει στη διαμόρφωση του συντάγματος της χώρας, αλλά εξ αυτών, τους 80 αναμένεται να εκλέξει το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο της Αιγύπτου.
Αυτό που φαίνεται εκ πρώτης όψεως, είναι μια υπεροχή των ισλαμιστών, μιας και τα δυο πρώτα κόμματα έχουν φαινομενικά κοινό προσανατολισμό, ειδικά για τους δυτικούς παρατηρητές. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα, για πολλές δεκαετίες ήταν η ισχυρότερη αντιπολιτευόμενη –κι εν παρανομία- οργάνωση του πολιτικού Ισλάμ, στη χώρα. Οι σοβαρές της δομές, της επέτρεψαν να μην χαθεί από το προσκήνιο εξαιτίας των απαγορεύσεων, ενώ την ίδια στιγμή η αποδοχή της απλωνόταν στους Άραβες Αιγυπτίους ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης ή του βαθμού της θρησκευτικής συμπόρευσης με τις σέχτες του σουνήτικου Ισλάμ. Πλέον όμως, η εμπλοκή της στα δρώμενα της χώρας είναι αρκετή για να περιχαρακώσει το εύρος της εκλογικής επιρροής. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο και διάφορες προσωπικότητες, παρότι κάποτε δήλωναν υποστηρικτές της Αδελφότητας, πλέον δραστηριοποιούνται απέναντί της.
Οι διαφορές όμως με τους σαλαφιστές, είναι πολύ βαθύτερες. Οι σαλαφιστές, είναι αντιπρόσωποι της συντηρητικότερης πτέρυγας του οικουμενικού και θρησκευτικού Ισλάμ, θιασώτες ενός ισλαμικού χαλιφάτου. Συγκριτικά, επιθυμούν να αποτελέσουν για την Αίγυπτο, ότι και οι ομοϊδεάτες τους βαχαβίτες (όπως ονομάζεται η σέχτα σαλαφιστών της Αραβικής Χερσονήσου) στη Σαουδική Αραβία. Γεγονός, που καθιστά αυτομάτως την επιρροή του Σαουδαραβικού ιερατείου δεδομένη.
Αντιθέτως, η Μουσουλμανική Αδελφότητα, είναι ο ενδεικτικότερος εκπρόσωπος του πολιτικού Ισλάμ, με θρησκευτικό κέντρο το Αιγυπτιακό ιερατείο και με έντονες Εθνικιστικές Παναραβικές καταβολές. Δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως η «μητέρα» οργανώσεων όπως η Παλαιστινιακή Χαμάς. Ενώ έχει δυο σημεία που τη διαχωρίζουν πολιτικά από τους άλλους ισλαμιστές: Η διαμόρφωση του Ισλαμικού κράτους, έχει σαν πρότυπο το Ιράν το 1979.
Και η εθνικοποίηση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων που εφάρμοσαν οι χώρες στις οποίες κυριάρχησαν οι Παναραβιστές, εναντίον των συμφερόντων της αμερικανοσιωνιστικής δύσης. Από την άλλη, οι σαλαφιστές, έχουν τον ρόλο του πολιτικού υποχείριου που διασφαλίζει τις στενές σχέσεις της βασιλικής οικογένειας των Σαούντ, των συγγενών τους και των κυβερνητών των προτεκτοράτων τους στον Περσικό Κόλπο, με τους δυτικούς. Επιτρέποντας κατ’ αυτό τον τρόπο, να εφαρμόζεται μια στενή συνεργασία για την εκμετάλλευση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων, με αντίτιμο την υποστήριξη των ευρωατλαντιστών και τον εξοπλισμό του Σαουδαραβικού στρατού, έναντι όλων των υπολοίπων Αράβων.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί και μια ακόμα σημαντική παράμετρος με μεγάλη σημασία στη διαμόρφωση του γεωπολιτικού χάρτη της Μέσης Ανατολής. Η εκλογή Ερντογάν στην Τουρκία, έφερε τη χώρα σε στενή συνεργασία με τη Σαουδική Αραβία. Μάλιστα, κατά τον τελευταίο σεισμό στις ανατολικές Τουρκικές επαρχίες, περιοχές με ξεχωριστή σημασία εξαιτίας του αγωγού Ναμπούκο, οι πρώτοι «αλληλέγγυοι» υποστηρικτές των Τούρκων, ήταν οι Σαούντ.
Ομοίως και η ΜΚΟ, που είχε μισθώσει το πλοίο “Μάβι Μαρμαρά” καθ’ οδόν για τη Γάζα, στο οποίο επιτέθηκε ο σιωνιστικός στρατός, εκτός από την Κωνσταντινούπολη, έχει τη βάση της στο Ριάντ। Υπενθυμίζεται δε, πως κατά την πρώτη επίσκεψη Ερντογάν στην Αίγυπτο μετά το Μουμπάρακ, καθοδηγητικά στελέχη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας είχαν δηλώσει: «Δεν νομίζουμε ότι αυτός [Ερντογάν] ή η χώρα του θα πρέπει να καθοδηγούν μόνοι τους την περιοχή. […] Οι Αραβικές χώρες δεν χρειάζονται σχέδια απ’ έξω».
Από: ΚΗΦΕΑΣ