Στις 3 Δεκεμβρίου του 1944 ξεκίνησε η κομμουνιστική ανταρσία στην Αθήνα. Ο λαός της πρωτεύουσας έζησε στην πράξη τον «ανθρωπιστικό» χαρακτήρα της ιδεολογίας των μπολσεβίκων.Πράγματι η Εθνική Συμφιλίωση ήταν και παραμένει στόχος του Κινήματός μας σταθερός. Αυτό όμως δεν σημαίνει λήθη και διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας. Δεν σημαίνει πως πρέπει να κρύβονται τα γεγονότα, να παρουσιάζονται εντελώς διαφορετικά και οι δολοφόνοι να παρουσιάζονται σαν ήρωες και τα θύματά τους λησμονημένα. Κόκκινος, λοιπόν, εκείνος ο εφιαλτικός μήνας, κόκκινος από τον ποταμό του αδικοχαμένου αίματος χιλιάδων αθώων και χιλιάδων αγωνιστών πατριωτών από τους αδίστακτους ερυθρούς δημίους του λαού που παρίσταιναν μάλιστα και τους “ελευθερωτές”…
Πράγματι η Εθνική Συμφιλίωση ήταν και παραμένει στόχος του Κινήματός μας σταθερός. Αυτό όμως δεν σημαίνει λήθη και διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας. Δεν σημαίνει πως πρέπει να κρύβονται τα γεγονότα, να παρουσιάζονται εντελώς διαφορετικά και οι δολοφόνοι να παρουσιάζονται σαν ήρωες και τα θύματά τους λησμονημένα. Κόκκινος, λοιπόν, εκείνος ο εφιαλτικός μήνας, κόκκινος από τον ποταμό του αδικοχαμένου αίματος χιλιάδων αθώων και χιλιάδων αγωνιστών πατριωτών από τους αδίστακτους ερυθρούς δημίους του λαού που παρίσταιναν μάλιστα και τους “ελευθερωτές”…
Χαρακτηριστική επίσης η ομολογία ενός εκ των ερυθρών δημίων Σ. Λιόλιου, ο οποίος έδρασε στις σφαγές του διυλιστηρίων της ΟΥΛΕΝ. Κατέθεσε λοιπόν ο Σ. Λιόλιος ενώπιον του δικαστηρίου: «Έδινα εντολή εις τους προς εκτέλεσιν να γδυθούν, έπειτα να γονατίσουν και να πλησιάσουν το κεφάλι τους επάνω σε μεγάλες πέτρες, που είχαν αραδιαστεί έξω από τα διυλιστήρια. Έπαιρνα το τσεκούρι και τους έδινα μια τσεκουριά πίσω στο κεφάλι και αν δεν τους τελείωνα με την πρώτη, συνέχιζα έως ότου τελειώσουν. Οι Τζογανάκος και Μακαρώνας έδιναν μια μαχαιριά στην καρδιά. Ούτε θυμάμαι πόσους σκότωσα μόνος μου, πάντως πάνω από 100».
Για να κατανοήσουμε το μέγεθος της βαρβαρότητας της εφιαλτικής ανταρσίας των κομμουνιστών αρκεί πέρα από τα εγκλήματα να πούμε και ότι κατά την διάρκεια των συγκρούσεων ο γραμματέας της «Κομμουνιστικής Οργάνωσης Αθηνών» «καπετάν-Φάνης» (Μπαρτζώτας) εξέδωσε διαταγή ανατινάξεως της Ακροπόλεως με παραλήπτη τον διοικητή τμήματος του ΕΛΑΣ Λογοθέτη (πρώην εκπαιδευτικός) ο οποίος αρνήθηκε να την εκτελέσει αδυνατώντας να πιστεύσει ότι τέτοια τερατώδης διαταγή προήρχετο από την ηγεσία του ΚΚΕ.Χαρακτηριστικό των προαποφασισμένων για την Ελλάδα εξελίξεων είναι ότι ο σοβιετικός τύπος δεν διέθεσε ούτε μία αράδα στα γεγονότα του Δεκεμβρίου.
Ο Στάλιν στις 8 Φεβρουαρίου του 1945, κατά τη διάρκεια της συναντήσεως των «Τριών Μεγάλων» στη Γιάλτα, ανέφερε ότι: «Οι Έλληνες δεν έχουν συνηθίσει ακόμα το διάλογο και γι’ αυτό κόβει ο ένας το λαιμό του άλλου», για ν’ απαντήσει ο Τσώρτσιλ στη συνέχεια πως οι Βρετανοί «ήσαν στο έπακρο υποχρεωμένοι στο στρατάρχη Στάλιν που δεν είχε δείξει τόσο μεγάλο ενδιαφέρον στις ελληνικές υποθέσεις». Την επομένη, ο Στάλιν επανέλαβε ότι «έχω πλήρη εμπιστοσύνη στη βρετανική πολιτική στην Ελλάδα.
Οι νεκροί και οι υλικές ζημιές του Δεκεμβρίου υπερβαίνουν κατά πολύ τους νεκρούς του Ελληνοϊταλικού και Ελληνογερμανικού πολέμου. Στον αγώνα κατά των κομμουνιστών έπεσαν: 474 Αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων, 2.177 Οπλίτες, 133 Αξιωματικοί της Χωροφυλακής, 52 Αξιωματικοί της Αστυνομίας Πόλεων, 4 Αξιωματικοί του Πυροσβεστικού Σώματος, 143 υπαξιωματικοί της Χωροφυλακής, 39 Υπαξιωματικοί της Αστυνομίας, 882 Χωροφύλακες, 140 Αστυφύλακες και 5 Πυροσβέστες. Εσφαγιάσθησαν 56.373 αθώοι πολίτες, εκ των οποίων 275 κληρικοί, 239 εκπαιδευτικοί, 120 γιατροί και 264 συνδικαλιστές. Απήχθησαν, εξάλλου, 46.871 άτομα. Συνολικά πάνω από 65.000 Έλληνες και Ελληνίδες έχασαν την ζωή τους κατά τον Δεκέμβριο του 1944.
Αναρτήθηκε από Σπάρτακος