Η Παλμύρα, η πόλη της αρχαίας Συρίας, στην οποία
βασίλεψε η περίφημη και θρυλική Ζηνοβία, αποτελεί έναν από τους πασίγνωστους
και δημοφιλείς αρχαιολογικούς χώρους παγκοσμίως. Κτισμένη πλησίον σε μία όαση
της συριακής ερήμου, αποτελούσε τον σταθμό ταξιδιωτών και εμπορών οι οποίοι
αναγκάζονταν να διασχίσουν την καυτή έρημο. Η καίρια γεωγραφική της θέση σηματοδότησε
και προεξόφλησε τη μετέπειτα λαμπρή οικονομική, πολιτική και πολιτιστική της
πορεία. Η ονομασία “Παλμύρα” δόθηκε επί ρωμαϊκών χρόνων ενώ η αρχική αραμαϊκή της
ονομασία ήταν “Ταδμόρ”. Μετέπειτα μετωνομάσθη σε “Φοινικόπολις”, ενώ η ονομασία
αυτή συνδέεται ετυμολογικώς με την λατινική εκδοχή της λέξεως, “Palmyra” (“Palma”
ιταλιστί ο φοίνικας). Η πόλη της Παλμύρας
αποικίσθη από Μακεδόνες και γνώρισε αξιοσημείωτη ακμή στη περίοδο της βασιλείας
των Σελευκιδών, της μακεδονικής δυναστείας της Συρίας.
Το
ρωμαϊκό θέατρο στην Παλμύρα
Στα τέλη της ελληνιστικής αρχαιότητας η
Παλμύρα ανεδείχθη σε ένα αξιολογότατο πολιτιστικό κέντρο, ένα πνευματικό λίκνο
με ισχυρό πολιτιστικό υπόβαθρο, όπου κυριαρχούσε εμφανώς το ελληνικό στοιχείο
επί του ρωμαϊκού, ενώ το ισχνό αραβικό περιοριζόταν στις εμπορικές συναλλαγές.
Η πόλη υπέστη εκτεταμένες καταστροφές επί των επιχειρήσεων του Ρωμαίου
αυτοκράτορα Τραϊανού εναντίον των Περσών, η οποία όμως επανοικοδομήθηκε από τον
διάδοχό του, μέγαλο φιλέλληνα αυτοκράτορα Αδριανό, το 130 μ.Χ.
Η ανάρρηση στο θρόνο της θρυλικής βασίλισσας
Ζηνοβίας στις
αρχές του 3ου μ.Χ, αποτέλεσε τον καθοριστικό παράγοντα της ακμής και
δόξας που γνώρισε ποτέ η Παλμύρα. Ενώ επέδειξε άκαμπτη θέληση και
ενεργητικότητα ενάντια στους Ρωμαίους, υπέστη συντριπτική ήττα το 272 π.Χ από
τον αυτοκράτορα Αυρηλιανό. Η Ζηνοβία, σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, ήταν
ελληνίζουσα ανατολίτισσα, ανήκε δηλαδή στον ελληνόφιλο κόσμο, ο οποίος
ασχολούταν με την αρχαιοελληνική διανόηση, μιλούσε ελληνικά και προήγαγε τα
ελληνικά ήθη. Το γεγονός ότι στα νομίσματα αναφερόταν ως «Σεπτιμία Ζηνοβία
Σεβαστή» μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι στις φλέβες της έρεε ρωμαϊκό αίμα. Ο
ρήτορας Λογγίνος, ως διδάσκαλος, της ενεφύσησε τα ελληνικά ιδεώδη και τις
αξεπέραστες ελληνικές αρχές. Έτρεφε ακατάβλητη αγάπη για τον ελληνικό τρόπο
ζωής, αλλά και για το ρωμαϊκό, λαμβάνοντας μέρος σε μεγάλα συμπόσια. Ως παρουσία ήταν ιδιαιτέρως εύρωστη, με ωραία φυσικά χαρακτηριστικά. Η Ζηνοβία ανήλθε
στο θρόνο το 268 μ.Χ, μετά τη δολοφονία του Οδέναθου, η οποία και κατήγγειλε,
δια των όπλων, την συμμαχία και συνεργασία του βασιλείου της Παλμύρας με τη
Ρώμη, συμμαχία την οποία είχε επιτύχει ο προκάτοχός της. Η Ζηνοβία κατέκτηκε τη
Συρία και την ευρύτερη περιοχή μετά την νίκη της επί του Ηρακλειανού. Ανακηρύσσοντας
τον εαυτό της, επίγονο και κληρονόμο της μακεδονικής δυναστείας των Πτολεμαίων,
ανέλαβε δράση για την αποτίναξη της Αιγύπτου από τους Ρωμαίους. Αρχικώς
σημείωσε συντριπτική νίκη επί των Ρωμαίων, καθώς ο επικεφαλής των στρατευμάτων
Πρόβος αυτοκτόνησε. Η Παλμύρα φάνταζε ως η πρωτεύουσα του ελληνικών εδαφών της
Ανατολής, καθώς το ρωμαϊκό στοιχείο παρεμερίσθη αισθητώς μετά τις αλλεπάλληλες
νίκες της Ζηνοβίας.
Τότε εκείνο το διάστημα εμφανίζεται στο πολιτικό και
στρατιωτικό γίγνεσθαι, ο Αυρηλιανός. Ο αυτοκράτορας μετά από μια νίκη επί των
γερμανικών φυλών, το 272 π.Χ προελαύνει στη Μ. Ασία. Σημειώθηκαν δύο μάχες,
στην Αντιόχεια και στην Έμεσα. Οι λεγεωνάριοι ως επαγγελματίες μαχητές, γνωστοί
για την αξεπέραστη ισχύ, την σιδερένια πειθαρχία και το υψηλό φρόνημα, μετά από
μια αναδιοργάνωση των στρατευμάτων εξαπολύουν σφοδρή επίθεση στις τάξεις των
μαχητών της Παλμύρας. Η ήττα της Ζηνοβίας στην έμμεσα ήτα αποκαρδιωτική. Ο
Αυρηλιανός φτάνει έξω από τα τείχη της Παλμύρας, προτείνοντας στη βασίλισσα
σύναψη συνθήκης ειρήνης, με ευνοϊκούς όρους για την Παλμύρα και το λαό της,
αντιλαμβανόμενος την δυσχέρεια μας μακρόχρονης πολιορκίας στην καυτή έρημο. Η
Ζηνοβία, έχοντας επενδύσει σε μια ενδεχόμενη συνδρομή του Πέρση βασιλιά Σαπώρη,
αρνήθηκε. Προς κακή της τύχη ο Σαπώρης
απεβίωσε, ενώ την κατάσταση της διαδοχής του κάλυπτε ένα θολό τοπίο. Η Ζηνοβία θεώρησε
την πολιορκία ως την αρχή του τέλους του βασιλείου της, και αποπειράθηκε να
φύγει κρυφά προκειμένου να οργανώσει και να συντονίσει την εξέγερση λαών,
εχθρικώς διακείμενων προς τους Ρωμαίους. Δυστυχώς για την βασίλισσα του
τελευταίου πολιτικού ελληνικού βασιλείου της Ανατολής, συλλαμβάνεται από
Ρωμαίους στρατιώτες. Δυστυχώς παρά την ηρωϊκή της πορεία και την αδάμαστη
θέλησή της για την ανεξαρτησία του βασιλείου της από την ρωμαϊκή επικυριαρχία,
στη δίκη που ακολούθησε, επέρριψε την ευθύνη για την διάλυση της συμμαχίας και
την εξέγερση στους πολιτικούς της συμβούλους, αποποιούμενη οποιαδήποτε ανάμειξή
της στην έναρξη των εχθροπραξιών με τη Ρώμη. Η μοναδική της τιμωρία ήταν η
διαπόμπευσή της ως λάφυρο του αυτοκράτορα Αυρηλιανού στην θριαμβική του πορεία
στους δρόμους της Ρώμης με τις περίφημες χρυσές αλυσίδες. Βέβαια, εκτός της
επονείδιστης πράξεώς της, της αποποιήσεως δηλαδή των ευθυνών της, και της
επιδειχθείσης υποταγής της, η Ιστορία δεν μπορεί να παραβλέψει την
προσωπικότητά της και το έργο της, το οποίο απέβλεπε στην ανασύνθεση και
αναβίωση των ελληνιστικών βασιλείων των Σελευκιδών και Πτολεμαίων. Μια
απεγνωσμένη προσπάθεια του ελληνιστικού πλέον πολιτισμού σε έναν τιτάνιο αγώνα
πολιτιστικής και πολιτικής επιβίωσης σε ένα σκηνικό συνεχόμενων πολεμικών
συγκρούσεων πρωτόγνωρης εντάσεως στο ρού της έως τότε ιστορίας, πρωταγωνιστές του οποίου
ήταν ένα νέο μωσαϊκό πολεμικών λαών. Το δε βασίλειο της Παλμύρας αποτέλεσε το
τελευταίο σκίρτημα του Ελληνισμού της Ανατολής, η ύστατη κρατική και πολιτική
υπόστασή του. Αν και γεωγραφικό τμήμα της Συρίας η Παλμύρα, ο ιδιάζων πολιτισμός της δεν είχε σχέση με αυτόν της υπόλοιπης Συρίας. Το ελληνικό και ρωμαϊκό
στοιχείο, τα οποία έρχονταν σε κατάφωρη αντίθεση με το ανατολίτικο τοπίο της
ερήμου, συνέθεταν ένα πρωτοφανές σκηνικό.
Μια αιτία της πτώσεως του βασιλείου ήταν η γενική
πολυμορφία, αισθητή σε όλες τις εκφάνσεις της τοπικής ζωής. Αν και το
ελληνορωμαϊκό στοιχείο σαφώς υπερείχε, καθίστατο εμφανής, ειδικώς στους
ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους, η δυσχέρεια της συζεύξεως των εκ διαμετρικώς
αντίθετων νοοτροπιών και ιδιοσυστασίας ελληνο-ρωμαίων και ανατολιτών.
Αντιθέσεις αναγόμενες, αναντιρρήτως, σε ζητήματα βιοπολιτικής και αναγκαιότητας
υπάρξεως εθνικής συνειδήσεως, καθώς η εκδηλωθείσα πολιτιστική και φυλετική
ανομοιογένεια αποτελούσε ανέκαθεν αποτρεπτικό παράγοντα εθνικής ταυτίσεως και
ομοψυχίας των διαφορετικών εθνοτήτων. Το ιστορικό αποτέλεσμα έρχεται να
επισφραγίσει την ακατάβλητη δύναμη της νομοτέλειας. Η πολυμορφία, η οποία
άρχισε να υποσκάπτει βαθμηδόν τις ενιαίες δομές του αρχαίου κόσμου, στην ύστερη
αρχαιότητα και στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους, και οι ανακύπτουσες αδυναμίες
της, οδήγησαν σε πτώσεις λαμπρών βασιλείων, κανόνα από τον οποίο δεν ξέφυγε ούτε
η Παλμύρα, η οποία και υπετάχθη πλήρως στην ρωμαϊκή δύναμη. Η εκλιπούσα ενότητα
και ομοιογένεια των μελών του βασιλείου συνέτεινε μαθηματικώς στον αφανισμό
του.
Γεώργιος Σύρος