Σελίδες

20/3/16

Η Αρετή ως δομικό στοιχείο της Ευδαιμονίας




Η έννοια της Αρετής ως πανάρχαια σύλληψη, προϊόν βαθυτάτων διανοητικών διεργασιών και πνευματικών αναζητήσεων αναφέρεται σε ένα νοητό πεδίο εξεικονίσεως «του ωραίου». Αυτό «το ωραίο» κατά την αρχαιοελληνική διανόηση, εκτός της καθημερινής εμπειρικής του χρήσεως, ως αξιολογικό κριτήριο καταστάσεων, πραγμάτων και προσώπων, αναφέρεται σε εκείνη την συνειδησιακή δράση, κατά την οποία πραγματώνεται μέσω συνεχών διαδικασιών, η πολυπόθητη ευδαιμονία. Στην περίπτωση δε έννοιας της Αρετής, «το ωραίο» εμπεριέχεται σε αυτήν, την χαρακτηρίζει και την αποδεικνύει. Έτσι η Αρετή είναι ο θεμέλιος λίθος της τέχνης του βίου, η οποία μέσω της ενυπάρχουσας αρμονίας αποσκοπεί στον επαναπρογραμματισμό των δεδομένων του βίου και στην επίτευξη μιας καταστάσεως πλήρους και τέλειας ευδαιμονίας.

Σύμφωνα με την αριστοτελική ηθική, η Αρετή συνιστά το μέσο το οποίο αποβλέπει στη πραγμάτωση εκείνης της καταστάσεως ή δράσεως της απόλυτης ευδαιμονίας. Η ευδαιμονία κατά την γενικότερη αρχαιοελληνική διανόηση ορίζεται ως σκοπός ζωής, ο οποίος σκοπός επιτυγχάνεται δια της αδιάλειπτης και τακτικής ασκήσεως των σχετικών ενεργημάτων. Τα δε ενεργήματα αυτά ενέχουν ρόλο καθοριστικό προς την επίτευξη της ευδαιμονίας, ενώ κυρίαρχο ρόλο σε αυτά κατέχει η επιδίωξη της Αρετής, ως πρωταρχική προϋπόθεση στη προοπτική συγκροτήσεως εκείνου του πνευματικού πεδίου το οποίο εξοπλίζει τον αδύναμο και εύπλαστο ψυχολογικό κόσμο του ανθρώπου με δύναμη και αξιοπρέπεια. Το γεγονός ότι η Αρετή προηγείται τόσο χρονικώς όσο και πρακτικώς αποδεικνύεται περιτράνως στην περίπτωση μεγάλων λυπών και στεναχώριας. Ο εξοπλισμένος με Αρετή υπερνικά πιο εύκολα τη δύναμη της οδύνης ενώ αντιμετωπίζει πιο ανώδυνα τον αντίκτυπό της. Αυτός που δεν κοσμείται με Αρετή παρά μόνο με γνώσεις, αντιμετωπίζει με χαρακτηριστική δυσχέρεια τις στεναχώριες και απογοητεύσεις της ζωής. Σε αντίθεση με τον Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης υπεστήριζε ότι η πραγμάτωση και απόκτηση της Αρετής δεν επαφίεται μόνο στην αναζήτηση της ιδεατής μορφής της Αρετής, αλλά αυτή αποκτιέται με την πράξη, την άσκηση, καθώς ως ενέργεια ψυχής απηχεί στον καθημερινό ανθρώπινο βίο. Ο Σταγειρίτης φιλόσοφος δε σταματά εκεί και συνεχίζει ισχυριζόμενος ότι ενέργεια δεν είναι μόνο η Αρετή, αλλά και ο σκοπός στο οποίο αυτή αποβλέπει. Π.χ σε ένα διαγωνισμό ομορφιάς, δεν αρκεί κάποια να φέρει μόνο τις απαραίτητες εκείνες προϋποθέσεις του έμφυτου κάλλους και των αρμονικών αναλογιών, αλλά θα πρέπει να ασκεί συνεχώς το σώμα της, να τρέφεται υγιεινώς και να καλλωπίζεται αναλόγως ώστε να διατηρεί και να τελειοποεί τα κληρονομικά της χαρίσματα. Άρα το ενδεχόμενο νίκης ή ένας επιδιωκόμενος στόχος εστιάζεται στην ενέργεια, στις συνεχόμενες πράξεις ενώ δεν είναι ζήτημα στατικότητας και καταστάσεως. Με λίγα λόγια, σύμφωνα με το φιλόσοφο, στο στίβο της ζωής τεκμήριο της καλοσύνης είναι οι καλές πράξεις, οι οποίες υπέχουν ρόλο έμπρακτων αποδείξεών της, καθώς ο τίτλος της καλοσύνης και μόνο δεν αρκεί για να χαρακτηρισθεί κάποιος καλός άνθρωπος. Η ανάπτυξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων λοιπόν συντείνει στην απόκτηση της Αρετής. Γενναίος είναι αυτός που επιδεικνύει (ενεργεί) θάρρος στο πεδίο της μάχης. Τότε μόνο προκύπτει η αρετή της γενναιότητας. Η πρόσκτηση προϋποθέτει πράξεις, πρακτική εφαρμογή. Και καθώς η Αρετή είναι σύνολο ενεργημάτων καθίσταται καταφανής η σημασία της ψυχολογικής διαθέσεως του ατόμου, εφόσον αυτή θα καθορίσει την αλήθεια της φύσεως αλλά και της αξίας του αποτελέσματος των πράξεων-ενεργημάτων.

Το αγαθό της Αρετής λοιπόν, είναι ενέργεια ψυχής η οποία ασκείται με σκοπό την πραγμάτωση της ευδαιμονίας. Ως απότοκο ενέργειας, άσκησης δηλαδή, η Αρετή δεν είναι θέσφατο, η πρόσκτησή της δεν εγγυάται ότι αυτή δεν θα απωλεσθεί. Τουναντίον η ένταση της πρακτικής εφαρμογής είναι ο παράγοντας που οδηγεί στην διατήρηση ή στην απώλεια. Η έλλειψη ασκήσεως και η ένδειξη υπερβολής δύνανται να προκαλέσουν απώλεια της Αρετής. Το κριτήριο εκείνο που ισορροπεί τα μεγέθη είναι η μεσότητα, η κοσμική αυτή αρχή που διέπει το κόσμο, διατηρεί σε αρμονία τις αντιτιθέμενες τάσεις και διασώζει την ολοκλήρωση των διενεργούμενων διαδικασιών. Η αρχή της μεσότητας, όμως, είναι αυτός ο καθοριστικός παράγοντας, ο δείκτης που καταγράφει την αρετή. Διότι η μεσότητα είναι επίτευγμα δύσκολο και αυτός που θα έχει κατορθώσει να την επιτύχει είναι και αυτός που έχει πραγματική αρετή. Σε καταστάσεις δύσκολες, όπου ο ανθρώπινος πόνος και η ψυχική οδύνη κυριεύουν το νου, είναι εξαιρετικώς δύσκολο κάποιος να πετύχει την τέλεια αρετή ως προς την αντιμετώπισή τους, να καταφέρει δηλαδή να φτάσει τη μεσότητα, να μην είναι ούτε υπερβολικός, ούτε αδιάφορος. Έτσι αυτός που θα επιδείξει την τέλεια αρετή με την αρχή της μεσότητας είναι και αυτός που προσεγγίζει την ιδέα του αγαθού της Αρετής, αν δεν την έχει ήδη αγγίξει. Η συμμετρία και ευταξία που ανακύπτουν από την αρχή της μεσότητας, είναι ο στόχος για να αντιμετωπισθούν οι δυσάρεστες επιπτώσεις της υπερβολής ή της ελλείψεως.

Η αξία της αρχής της μεσότητας αμφισβητήθηκε από νεώτερους φιλοσόφους, καθώς δεν δύναται να διέπει όλες τις καταστάσεις, εφόσον κάποιες από αυτές είναι φύσει κακές. Η διαπίστωση αυτή δεν διέφυγε της προσοχής του Αριστοτέλη, αφού οι δολοφονικές ενέργειες δεν υπόκεινται σε διαβάθμιση ελλείψεως ή υπερβολής, δεν επιδέχονται την αρχή της μεσότητας και ως εκ τούτου αποκλείονται και από την Αρετή. Η Αρετή λοιπόν, ή ορθότερα η επιδίωξή της δια συνεχών πράξεων, οδηγεί στο αγαθό της ευδαιμονίας, αγαθό το οποίο προσφέρει στον άνθρωπο τα όπλα εκείνα μέσω των οποίων δύναται να αντεπεξέλθει στον συνεχή πόλεμο της ζωής.

         
                                                                                              Γεώργιος Σύρος